του Μάριου Ευρυβιάδη *
Στο μεγαλειώδες έργο «Τhe Greeks» (πρώτη έκδοση 1951), που υπολείπεται σε πωλήσεις παγκοσμίως μόνο της Βίβλου, ο συγγραφέας του, Βρετανός κλασικιστής Η.D.F. Κitto αναφέρει,
μεταξύ άλλων, ότι ένα από τα χαρακτηριστικά με τα οποία οι Έλληνες διαφοροποιούσαν τους εαυτούς τους από τους λαούς της Ανατολής ήταν και τούτο: Ότι ακόμη και στους Θεούς τους, και σ’ αντίθεση με τους ανατολίτες που γονατούσαν, οι Έλληνες προσεύχονταν όρθιοι.
Η ανατολίτικη συνήθεια (Οriental Custom) της «προσκυνήσεως» (obeisance), γράφει ο Κitto, κτυπούσε τους Έλληνες κατακέφαλα ως μη «ελεύθερον». Στα μάτια τους η «προσκύνηση» ήταν ευθεία προσβολή στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια (an affront to human dignity). Και αφού εξηγεί γιατί οι Έλληνες δεν προσκυνούσαν ούτε και τους Θεούς, γονυκλινείς, αλλά όχι από ασέβεια, συνεχίζει: «Και είναι αυτή η συνειδητοποίηση ως προς την αξιοπρέπεια του ανθρώπου που προσέδιδε τέτοια επιτακτικότητα και ένταση για τους Έλληνες, η λέξη ελευθερία».
Είναι ακριβώς για να παραμένουν ελεύθεροι και να διατηρούν έτσι την αξιοπρέπειά τους που, ακόμη και στους αναμεταξύ τους πολέμους, οι Έλληνες σφάζονταν με απίστευτη βαρβαρότητα. Αυτό που στον 20ό αιώνα ονομάσθηκε «ολοκληρωτικός πόλεμος (total war) βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη στην αρχαία Ελλάδα. Όλοι γνώριζαν τις συνέπειες της ήττας: υποταγή, ανελευθερία, εξανδραποδισμός.
Ακριβώς για να αποφύγουν την ήττα, να μη χάσουν την ελευθερία τους και να καταντήσουν προσκυνητές ή αλλιώς, σατράπηδες του Μεγάλου Πέρση Βασιλιά, οι Έλληνες κατέσφαξαν τους Πέρσες με «αφύσικη αιμοδιψία», όπως κατά τον Ηρόδοτο μαρτυρεί ο Μαρδόνιος, ανιψιός του Δαρείου και διοικητής του στόλου που κατέπλευσε στον Μαραθώνα. Για τους Πέρσες, που είχαν μάθει να σκοτώνουν χωρίς να σκοτώνονται, ο παραλογισμός των Αθηναίων και των Πλαταιών στον Μαραθώνα και η «καταστροφική τρέλα» που είχε μολύνει τις τάξεις των Ελλήνων που τους επιτίθονταν με το βαρύ τους οπλισμό, τους ήταν ακατανόητη.
Ακατανόητη θα πρέπει να ήταν για τους Πέρσες και η συναφής αντίληψη των Ελλήνων για την πατρογονική τους γη, που έπρεπε να παραμένει με κάθε τίμημα απαραβίαστη (απόρθητη). Κανείς άλλος δεν μπορούσε να την πατήσει παρά μόνο οι ίδιοι.
Τα παραπάνω δεν τα αφηγούμαι λόγω κάποιας μορφής προγονοπληξίας, ή για να επιστρέψω σε κάθε νεοταξίτη, πρόθυμο διανοούμενο ή διεθνολιγούρη παντός τύπου και κυρίως παντός βαλαντίου, να αρθρώσει τον γνωστό του ηθικοπλαστικό και ξύλινο επικριτικό λόγο. Το αφηγούμαι διότι οι αξίες της αξιοπρέπειας, της ελευθερίας και της αγάπης για την πατρογονική γη έχουν, μετά από 2.500 χιλιάδες χρόνια, γίνει αποδεκτές ή έχουν κατακτηθεί μετά από αιματηρούς πολέμους και θυσίες, ως πανανθρώπινες και οικουμενικές αξίες.
Ας περιορισθούμε στο δικό μας δυτικό πολιτισμό με όλες τους τις ελλείψεις. Θα μπορούσε να υπάρχει ο πολιτισμός αυτός χωρίς να κατοχυρώνει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια (την έστω και «αστική»), ελευθερία και το δικαίωμα ιδιοκτησίας; Δεν νοείται, λοιπόν, και δεν νομιμοποιείται από κανέναν -κυβέρνηση, ταγό, φορέα- η καταπάτηση, παραγραφή ή η δολίευση των παραπάνω απαράγραπτων πλέον αξιών και δικαιωμάτων.
Δυστυχώς αυτό επιχειρείται τα τελευταία χρόνια στην Κύπρο κυρίως, αλλά και στην Ελλάδα. Στην Κύπρο τείνει να κυριαρχήσει πλέον μια αντίληψη, που ενισχύθηκε με την άνοδο του ΑΚΕΛ στην εξουσία αλλά η οποία προϋπήρχε ως ανίερη συμμαχία της κυπριακής αμερικανικής αριστεράς και της κυπριακής αμερικανικής δεξιάς, ότι η ελληνοκυπριακή πλευρά φέρει ακέραιη ευθύνη για την εισβολή και τη συνεχιζόμενη κατοχή. Ως εκ τούτου, η ελληνοκυπριακή πλευρά, αυτή η καταπληκτική πλειοψηφία του κυπριακού λαού, πρέπει να δώσει «γη και ύδωρ» στους ισλαμοπασάδες της Άγκυρας, εσαεί, ώστε να αποφευχθούνε, λένε, τα χειρότερα. Πρέπει οι Κύπριοι να αποποιηθούν με την πλατιά υπογραφή τους, την ελευθερία τους, την αξιοπρέπειά τους και την πατρογονική τους γη. Και, μεγαλόψυχα, θα τους επιτραπεί να υπάρχουν ως σατράπηδες στους σημερινούς ανατολίτες.
Στην Κύπρο, η τουρκική αυτή θεώρηση των πραγμάτων έχει «κυπροποιηθεί» σε τέτοιο βαθμό, ώστε με κάθε ευκαιρία να παρελαύνουν από το επίσημο κανάλι της κυπριακής τηλεόρασης διάφοροι ταγοί της λευκωσιάτικης νομενκλατούρας που ζητούν καθολική μετάνοια για συλλογικές αμαρτίες και να απαιτούν, ως τίμημα, την εσαεί παραγραφής απαράγραπτων δικαιωμάτων. Θυμίζουν οι ταγοί αυτοί τους αντίστοιχους της Ιεράς Εξέτασης. Για τους Εξεταστές της εποχής, κανένας ενώπιόν τους δεν ήταν ή μπορούσε να είναι αθώος. Και η όλη (τρομοκρατική) ιεροεξεταστική άσκηση αποσκοπούσε στο να συνειδητοποιήσουν οι κατηγορούμενοι τον πραγματικό βαθμό και βάθος της ενοχής τους.
Στην Ελλάδα τα πράγματα δεν φαίνονται να είναι τόσο άσχημα όσο στην Κύπρο. Όμως το σύνδρομο του σατραπισμού βρίσκει και εκεί ένα εύφορο έδαφος στο όνομα μιας λανθάνουσας αντίληψης ως προς τη διαχείριση των ελληνο-τουρκικών σχέσεων και ως προς το τι συνεπάγεται η ελληνο-τουρκική φιλία.
Το παρήγορο είναι ότι και στις δύο περιπτώσεις, Κύπρου και Ελλάδας, υπάρχουν ακόμα παραδόσεις, υπάρχουν ιστορικές μνήμες και υπάρχουν δυνάμεις, που δεν είναι διατεθειμένες να παραιτηθούν και να προσκυνήσουν στο όνομα μίας εφήμερης ευδαιμονίας, μια εφήμερης ασφάλειας και μιας ευήμερης ειρήνης, με αντάλλαγμα την αξιοπρέπειά τους και σε τελική ανάλυση την ελευθερία τους. Αλλιώς, δεν θα υπήρχαν Μαραθώνες.
*Ο Μάριος Ευρυβιάδης διδάσκει διεθνείς σχέσεις στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.
ΠΗΓΗ: ''Φιλελεύθερος''
http://www.elkeda.g/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου