Σοφία Βούλτεψη
Αν μας αντέξει το σχοινί θα φανεί στο χειροκρότημα: Αυτό είναι μέχρι στιγμής το συμπέρασμα που προκύπτει από όσα συμφωνήθηκαν στο Eurogroup, καθιστώντας ουσιαστικά τις αποφάσεις που θα λάβει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 24 και 25 Μαρτίου, τυπική διαδικασία. «Είμαστε στη μέση της φουρτούνας», είπε χθες ο πρωθυπουργός στο (κυριακάτικο) έκτακτο υπουργικό συμβούλιο, επιμένοντας ότι «δόθηκε δύσκολη διαπραγμάτευση, αλλά κερδήθηκε», καθώς «πείσαμε τους Ευρωπαίους εταίρους για την επιμήκυνση».
Διαψεύδοντας τα περί πρόωρων εκλογών, υπενθύμισε στους υπουργούς του πως «είμαστε αντιεξουσιαστές στην εξουσία» και μίλησε για «σημαντικό σταθμό στην πορεία να βγάλουμε τη χώρα από τη δύσκολη θέση που την έφεραν πολιτικές και πρακτικές των προηγουμένων ετών» (χωρίς να αναφέρεται σε ποιο βάθος χρόνου), αλλά και για «ιστορικές αποφάσεις στην ΕΕ».
Στην πραγματικότητα, την προηγούμενη Παρασκευή, η Ελλάδα ουσιαστικά συμφώνησε σε ένα ακόμη μνημόνιο – το Μνημόνιο των 17 της Ευρωζώνης. Μπορούσε να κάνει κάτι άλλο; Εδώ που φτάσαμε όχι. Αλλά οι πανηγυρισμοί, οι κορδακισμοί και οι θριαμβολογίες περιττεύουν.
Από σήμερα – δηλαδή από χτες – έχουμε θεωρητικά βάλει τα πόδια στον ώμο και τρέχουμε. Το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων (εκποιήσεων, ιδιωτικοποιήσεων, πώλησης δημόσιας περιουσίας ή «αξιοποίησής» της), στο οποίο δεσμεύτηκε η Αθήνα, είναι η εγγύηση για την επιμήκυνση των 7,5 χρόνων και την μείωση κατά 1% των επιτοκίων. Πρέπει, σύμφωνα με το κείμενο των συμπερασμάτων, να εφαρμοσθεί «πλήρως» και «ταχύτατα».
Στην πραγματικότητα, παρά την (προαναγγελθείσα από καιρό) επιμήκυνση και την μείωση του επιτοκίου, το πρόβλημα του χρέους δεν μοιάζει να λύνεται – και αυτός είναι ο λόγος που ζητήθηκε και συμφωνήθηκε το πρόγραμμα των 50 δις ευρώ.
Αυτό που έγινε στις Βρυξέλλες, ήταν η επίσημη αναγνώριση πως το Μνημόνιο ήταν μια λεόντειος σύμβαση, ακριβώς λόγω του μικρού χρόνου αποπληρωμής (τρία χρόνια) που είχε προβλεφθεί. Έχει ήδη περάσει ο ένας χρόνος και αυτή τη στιγμή το μόνο που συμβαίνει είναι η χρησιμοποίηση των χρημάτων του δανείου μόνο για την αποπληρωμή παλαιών δανειακών υποχρεώσεων.
Είναι χαρακτηριστικό ότι σχεδόν ολόκληρη η τέταρτη δόση του Μνημονίου (15 δις ευρώ) θα διατεθεί για τις υποχρεώσεις του Μαρτίου, που ανέρχονται σε 12,9 δις ευρώ. Ήταν επομένως ολοφάνερο ότι η Ελλάδα δεν θα μπορούσε να αποπληρώσει το δάνειο στα τρία χρόνια και αυτός – και μόνο αυτός – ήταν ο λόγος της επιμήκυνσης. Διαφορετικά οι δανειστές δεν θα μπορούσαν να διασφαλίσουν την επιστροφή των χρημάτων τους.
Όσο για την μείωση του επιτοκίου (που παραμένει ληστρικό για χώρα ευρισκόμενη σε ένδεια που υποτίθεται ότι οι δανειστές παρεμβαίνουν για να… σώσουν) είναι κυμαινόμενο και το ύψος της μείωσης θα φανεί στο τέλος.
Στα αρνητικά της συμφωνίας συγκαταλέγεται χωρίς αμφιβολία και το γεγονός ότι το ζήτημα της έκδοσης ευρωομολόγου δεν μπήκε καν στον τραπέζι των συζητήσεων, αν και η δυνατότητα επαναγοράς χρέους σε μειωμένη τιμή ήταν η μοναδική πραγματική περίπτωση να μειώσει η Ελλάδα το χρέος της.
Η κυβέρνηση εμφανίζεται ικανοποιημένη από τις αποφάσεις της περασμένης Παρασκευής, αν και το σύνολο της αντιπολίτευσης πιστεύει πως για λόγους προπαγανδιστικούς σε όλο το προηγούμενο διάστημα παρουσιάστηκε μαύρη και δυσοίωνη η κατάσταση, ώστε να λειτουργήσει και πάλι η λογική της καλύβας του χότζα.
Τώρα, όμως, βρίσκεται αντιμέτωπη με την σκληρή πραγματικότητα: Πρέπει να πουλήσει εδώ και τώρα. Το ζήτημα είναι πως μόλις προχτές η δημόσια συζήτηση γύρω από το θέμα των αποκρατικοποιήσεων – όπως είχε παρουσιαστεί στην περίφημη συνέντευξη Τύπου της τρόικας – δεν οδηγούσε πουθενά.
Μέχρι την ημέρα που άρχισε η προπαγάνδα περί «σκληρών διαπραγματεύσεων» ουδείς ήταν σε θέση να δηλώσει τι, πώς και έναντι ποίου ποσού μπορεί να πουληθεί. Μεγάλο μέρος της δημόσιας γης είναι καταπατημένο, ενώ τα ποσοστά που διατηρεί το Κράτος σε διάφορες πρώην ΔΕΚΟ δεν μπορούν ούτε καν να προσεγγίσουν τα 50 δις που προβλέπει το νέο μνημόνιο, αυτό που συμφωνήθηκε στο Eurogroup της προηγούμενης Παρασκευής.
Θεωρείται δε απολύτως βέβαιο ότι στις ΔΕΚΟ όπου το Δημόσιο διατηρεί την πλειοψηφία, όπως η ΔΕΗ, θα υπάρξουν σοβαρότατες αντιδράσεις, που πιθανόν να θέσουν εν αμφιβόλω την ίδια την κυβερνητική δέσμευση. Αντιδράσεις έχουν προαναγγελθεί και για την περίπτωση του Ελληνικού, του μοναδικού «φιλέτου» που μπορεί άμεσα να διατεθεί.
Η Ελλάδα (αλλά και η Ιρλανδία και η Πορτογαλία) σώζεται προς το παρόν, καθώς ήταν από την αρχή περισσότερο από βέβαιο ότι οι Ευρωπαίοι ηγέτες δεν θα επέτρεπαν ένα καταστροφικό ντόμινο, που θα προκαλείτο από την χρεοκοπία χώρας που βρίσκεται στο ευρώ – κάθε άλλο παρά τυχαία και με πολύ σημειολογικό τρόπο, η συμφωνία στην οποία κατέληξαν έλαβε το όνομα «Σύμφωνο για το Ευρώ».
Η στάση αυτή έχει επικριθεί από πολλούς οικονομολόγους, οι οποίοι καιρό τώρα επιμένουν πως η παράταση της αγωνίας δεν θα οδηγήσει πουθενά αλλού, εκτός από την αναδιάρθρωση του χρέους.
Ελήφθη, όμως, μια απόφαση για την Ευρώπη, η οποία δεν προέκυψε λόγω «σκληρών διαπραγματεύσεων», όπως εμφανίζεται στην Ελλάδα, αλλά επειδή οποιαδήποτε άκαμπτη απόφαση θα οδηγούσε άμεσα σε ντόμινο χρεοκοπιών που θα επηρέαζε με ολέθριο τρόπο την ευρωζώνη και θα οδηγούσε ουσιαστικά στο «τέλος της Ευρώπης».
Οι πόροι του μόνιμου μηχανισμού στήριξης ορίστηκαν στα 500 δις ευρώ (από 440). Δηλαδή το «μαξιλάρι», που θα ενεργοποιείται κατόπιν αιτήματος της χώρας που θα βρίσκεται σε δυσκολία, αλλά με ομόφωνη απόφαση, δεν έγινε «διπλό».
Υπολογίζουν, όμως, οι ηγέτες της ευρωζώνης ότι στο μέλλον δεν θα χρειαστούν δραματικές παρεμβάσεις, καθώς αποφάσισαν συντονισμό όχι μόνο των δημοσιονομικών πολιτικών, αλλά και των φορολογικών, των ασφαλιστικών και των μισθολογικών.
Οι εποχές που μια επαγγελματική τάξη επετύγχανε επιδόματα και ειδικά προνόμια με αντάλλαγμα τις ψήφους για το εκάστοτε κυβερνών κόμμα, τελειώνουν εδώ. Οι μισθοί συνδέονται με την παραγωγικότητα και αυτή πρέπει να συμβάλει στην ανταγωνιστικότητα.
Όσο για την αγορά κρατικών ομολόγων, μετά το 2013 θα περιέχουν ρήτρα συμμετοχής και ιδιωτών, οι οποίοι θα υφίστανται της επιπτώσεις της οικονομικής αφερεγγυότητας ενός κράτους μαζί με τα άλλα κράτη-μέλη.
Και μπορεί να μην «πέρασε» η γερμανική άποψη περί εισαγωγής συνταγματικού δημοσιονομικού κανόνα, ο έλεγχος όμως θα είναι διαρκής και σκληρός (ετήσιος και εξάμηνος).
Επομένως, το αν αποτέλεσαν ή όχι ελληνική επιτυχία οι αποφάσεις του Eurogroup εξαρτάται αποκλειστικά και μόνο από το αν θα βρεθούν τα 50 δις ευρώ της «εγγύησης».
Επί του προκειμένου, οι προοπτικές είναι δυσοίωνες. Αν οι αποκρατικοποιήσεις γίνουν με το μαχαίρι στον λαιμό, τότε για άλλη μια φορά η χώρα θα πουλήσει δημόσια περιουσία με άγχος και φτηνά.
Ας ελπίσουμε, τουλάχιστον, να λήξει γρήγορα η περίοδος των πανηγυρισμών και της αυτοϊκανοποίησης…ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου