Τον κώδωνα του κινδύνου για την κλιματική αλλαγή και την επάρκεια των υδατικών πόρων κρούουν οι ειδικοί, προειδοποιώντας ότι εάν η διεθνής ατζέντα εξακολουθήσει να μονοπωλείται από την οικονομική κρίση, η αντιμετώπιση των μειζόνων περιβαλλοντικών θεμάτων κινδυνεύει να μείνει πίσω, με ολέθρια αποτελέσματα για τον πλανήτη.
Η κρίση «ασκεί ακόμη μεγαλύτερες πιέσεις» στο περιβάλλον, δήλωσε, απαντώντας σε ερώτηση των «ΝΕΩΝ», ο επίτροπος της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Περιβάλλον, Γιάνες Ποτότσνικ. Αναφερόμενος, μάλιστα, στην περίπτωση της Ελλάδας, τόνισε ότι υπάρχει επιτακτική ανάγκη για «ποιοτική ανάπτυξη».
Συνεδρίασαν οι υπουργοί Περιβάλλοντος
Τα ζητήματα αυτά τέθηκαν επί τάπητος κατά την διήμερη συνεδρίαση του άτυπου συμβουλίου των υπουργών Περιβάλλοντος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο ολοκληρώθηκε χθες στην Βουδαπέστη.
Κατά την διάρκεια της συνεδρίασης, ο επίτροπος Γιάνες Ποτότσνικ αναφέρθηκε για πρώτη φορά στο προσχέδιο της κοινοτικής πολιτικής για το νερό (Blueprint to Safeguard Europe’s Waters), η οποία θα παρουσιαστεί ολοκληρωμένα το 2012.
Είχε προηγηθεί, στις αρχές του μήνα, η υιοθέτηση από την Κομισιόν του «Χάρτη Πορείας» που προβλέπει την δραστική μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, ως «απάντηση» στην κλιματική αλλαγή, αλλά και στην οικονομική κρίση.
Δύο ημέρες πριν από την άφιξη των υπουργών στην Βουδαπέστη, επιστήμονες και ειδικοί επί των περιβαλλοντικών ζητημάτων συζήτησαν εκτενώς στην ουγγρική πρωτεύουσα τα θέματα της κλιματικής αλλαγής και της διαχείρισης των υδατικών πόρων, στο πλαίσιο δύο συνεδρίων για «Το μέλλον των ευρωπαϊκών υδάτων» και την «Κλιματική Δράση και το Νερό», που διοργανώθηκαν από την Ουγγρική Ακαδημία Επιστημών και το Ευρωπαϊκό Κέντρο Δημοσιογραφίας (EJC) αντίστοιχα.
«Εχθρός» του περιβάλλοντος η κρίση
«Η οικονομική κρίση ασκεί ακόμη μεγαλύτερη πίεση σε όσους θέλουμε να προστατεύσουμε τα συμφέροντα του περιβάλλοντος», δήλωσε από την Βουδαπέστη, απαντώντας σε ερώτηση των «ΝΕΩΝ», ο επίτροπος για το Περιβάλλον, Γιάνες Ποτότσνικ.
Επισήμανε, ωστόσο, ότι «καμιά δουλειά δεν χάθηκε εξαιτίας των πιέσεων που ασκούμε για το περιβάλλον». «Πρέπει όλοι να αντιληφθούμε σε τι κόσμο ζούμε σήμερα. Ορισμένα από όσα γίνονταν μέχρι τώρα, απλά δεν μπορεί να συνεχιστούν. Δεν έχουμε άλλη επιλογή», ξεκαθάρισε ο επίτροπος.
«Κίνητρα για δουλειές στην Ελλάδα
Αναφερόμενος στην Ελλάδα, ο κ. Ποτότσνικ είπε ότι «πρέπει να δώσουμε κίνητρα για να δημιουργηθούν δουλειές και ανάπτυξη. Υπάρχουν ευκαιρίες. Ωστόσο το θέμα δεν είναι μόνο το πόσες δουλειές θα δημιουργήσουμε, αλλά και τι είδους θα είναι αυτές οι δουλειές. Δεν χρειάζεται μόνο ποσότητα, αλλά και ποιότητα στην ανάπτυξη».
Τον κίνδυνο η συζήτηση για την κρίση να υποσκελίσει περιβαλλοντικά θέματα ζωτικής σημασίας επισήμανε και ο Ρέμκο Ιμπέμα, επιστήμονας του Κέντρου Ενεργειακής Έρευνας (ECN) της Ολλανδίας, διαπιστώνοντας ότι «η οικονομία φαντάζει σήμερα ως μοναδική προτεραιότητα. Συνεπώς, κάποιοι άλλοι (τομείς) χάνουν».
Το νερό έγινε «νεράκι»
Η μη ορθολογική χρήση του νερού, σε συνδυασμό με την μόλυνση του υδροφόρου ορίζοντα και την κλιματική αλλαγή, σκιαγραφούν ένα διόλου ευοίωνο μέλλον για τον πλανήτη.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει μακρά ιστορία στην εφαρμογή πολύπλοκων νόμων για το νερό (περισσότερες από είκοσι Οδηγίες από το 1975). Συνήθως, όμως, αγγίζει επιδερμικά τα ζητήματα της διαθεσιμότητας και της διαχείρισης των υδατικών πόρων.
«Χρειαζόμαστε μεγαλύτερη πολιτική υποστήριξη και επαρκείς επενδύσεις για να κάνουμε πράξη όσα σχεδιάζουμε. Όχι άλλες αναβολές», τόνισε ο επίτροπος της Ε.Ε., απευθυνόμενος προς τους υπουργούς Περιβάλλοντος, προεξοφλώντας ότι «η δημόσια χρηματοδότηση (που θα λάβουμε) δεν θα είναι αρκετή».
«Είναι σημαντικό να προστατεύσουμε το νερό και να διερευνήσουμε πώς πρέπει να το χρησιμοποιήσουμε με όρους βιώσιμης διαχείρισης», δήλωσε ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης της Ουγγαρίας, Σάντορ Φαζέκας.
Μεταξύ των στόχων που έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Ένωση συγκαταλέγονται η διαφύλαξη των ευρωπαϊκών υδάτων, η απομάκρυνση του κινδύνου της λειψυδρίας και η περισσότερο ορθολογική διαχείριση των αστικών υγρών αποβλήτων.
Στην Ελλάδα η μεγαλύτερη σπατάλη νερού
Στην Ελλάδα, το υπουργείο Περιβάλλοντος αναμένεται -στις αρχές του επόμενου μήνα- να προκηρύξει έργα για την ανακύκλωση και την επαναχρησιμοποίηση των υδάτων στην Ψυττάλεια και σε άλλες περιοχές.
Όπως δήλωσε πρόσφατα η αρμόδια υπουργός, Τίνα Μπιρμπίλη, με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Νερού που γιορτάστηκε στις 22 Μαρτίου, το «υδατικό αποτύπωμα» της Ελλάδας είναι διπλάσιο από τον διεθνή μέσο όρο, με 2.390 κυβικά μέτρα ανά κάτοικο ετησίως. Αυτό σημαίνει ότι η χώρα μας κάνει την δεύτερη μεγαλύτερη κατανάλωση νερού στον κόσμο μετά τις ΗΠΑ.
Σύμφωνα με στοιχεία του δικτύου Μεσόγειος SOS, η μέση ημερήσια κατανάλωση νερού στην Ελλάδα ανέρχεται στα 145 λίτρα ανά άτομο, ενώ θα μπορούσε να περιορίζεται στα 50 λίτρα, εάν χρησιμοποιούσαμε πιο σύγχρονες τεχνολογίες οικιακής διαχείρισης του νερού, κάνοντας παράλληλα λελογισμένη χρήση.
Κι όλα αυτά, την στιγμή που εκατομμύρια άνθρωποι ανά την υφήλιο στερούνται πρόσβασης στο καθαρό πόσιμο νερό. «Βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια κρίση», προειδοποίησε πριν από λίγες ημέρες ο επικεφαλής του προγράμματος Ανθρωπίνων Οικισμών του ΟΗΕ, Χοάν Κλος.
Σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη, το 27% όσων ζουν σε πόλεις του αναπτυσσόμενου κόσμου, κατοικεί σε σπίτια που δεν είναι συνδεδεμένα σε δίκτυο υδροδότησης. Επιπλέον, περίπου 55 εκατομμύρια άνθρωποι δεν έχουν πρόσβαση σε καθαρό, πόσιμο νερό.
Υπό προστασία ο «Αμαζόνιος της Ευρώπης»
Πάντως, κατά την διάρκεια του άτυπου συμβουλίου των υπουργών Περιβάλλοντος της Ε.Ε., πέντε χώρες της Κεντρικής Ευρώπης υπέγραψαν συμφωνία για την εφαρμογή προγράμματος προστασίας μιας περιοχής που είναι γνωστή ως ο «Αμαζόνιος της Ευρώπης», λόγω της πλούσιας βιοποικιλότητάς της.
Η συμφωνία, στην οποία κατέληξαν η Αυστρία, η Κροατία, η Ουγγαρία, η Σερβία και η Σλοβενία, θα δημιουργήσει την μεγαλύτερη παραποτάμια προστατευόμενη περιοχή της Ευρώπης, η οποία καλύπτει έκταση 700 χιλιομέτρων κατά μήκος του Δούναβη και άλλων δύο ποταμών, σύμφωνα με ανακοίνωση της περιβαλλοντικής οργάνωσης WWF.
Χάρτης Πορείας για τις εκπομπές αερίων
Την ίδια στιγμή, σε «στοίχημα» για την μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου μετατρέπεται ο «Χάρτης Πορείας» που υιοθέτησε η Κομισιόν στις 8 Μαρτίου.
Ο Χάρτης προβλέπει τον «μετασχηματισμό» -σε βάθος 40ετίας- της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε μια «ανταγωνιστική οικονομία με χαμηλές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα».
Οι εκπομπές έχουν αυξηθεί κατά 70% μέσα σε 34 χρόνια (από το 1970 έως το 2004), όπως ανέφερε στο συνέδριο για την κλιματική αλλαγή στην Βουδαπέστη ο Τίμπορ Φαράγκο, επίτιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Szent István της Ουγγαρίας.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έθεσε ως στόχο την μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά τουλάχιστον 80% -σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990- μέχρι το 2050.
Η μείωση θα γίνει σταδιακά, ξεκινώντας από το 20% μέχρι το 2020, πηγαίνοντας στο 40% μέχρι το 2030, φτάνοντας στο 60% μέχρι το 2040 και τερματίζοντας σε ποσοστό 80-95% μέχρι το 2050.
Διαφωνία για τα ποσοστά
Ωστόσο, το 2009 η μείωση των εκπομπών έφτασε το 16%, γεγονός που κάνει αρκετές κυβερνήσεις και περιβαλλοντικές οργανώσεις να υποστηρίζουν ότι ο στόχος του 20% για το 2020 είναι εξαιρετικά μετριοπαθής. Για τον λόγο αυτό ζητούν να μπει ο πήχης πιο ψηλά.
Η υπουργός Περιβάλλοντος, Τίνα Μπιρμπίλη, και οι ομόλογοί της από έξι κράτη-μέλη της ΕΕ (Βρετανία, Σουηδία, Δανία, Ισπανία, Πορτογαλία, Γερμανία), ζήτησαν την περασμένη εβδομάδα να οριστεί ως στόχος η μείωση κατά 30% των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου έως το 2020.
Η Ελληνίδα υπουργός τάχθηκε «υπέρ της βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης μέσω της θέσπισης δεσμευτικών στόχων», παράλληλα με «οικονομικά κίνητρα».
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει θέσει ως στόχο να περιοριστεί η αύξηση της θερμοκρασίας στην επιφάνεια του πλανήτη στους 2 βαθμούς Κελσίου, προκειμένου να αποφευχθούν οι επικίνδυνες και μη αναστρέψιμες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.
Για να γίνει αυτό, θα πρέπει να κινηθεί γρήγορα προς μια οικονομία χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Αυτό απαιτεί αύξηση των επενδύσεων σε καθαρές και ενεργειακά αποδοτικές τεχνολογίες κατά το 1,5% του ΑΕΠ ετησίως, ποσοστό που αντιστοιχεί σε 270 δισ. ευρώ, πλέον των συνολικών τρεχουσών επενδύσεων ύψους 19% του ΑΕΠ.
Μεγάλο μέρος ή ακόμη και το σύνολο των επιπλέον επενδύσεων θα αντισταθμιστεί από την μείωση των δαπανών για τις εισαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου. Η εξοικονόμηση που θα προκύψει εκτιμάται ότι θα ανέλθει σε 175-320 δισ. ευρώ ετησίως.
Επιπρόσθετα, υπολογίζεται ότι η οικονομία χαμηλών εκπομπών θα βελτιώσει την ποιότητα του αέρα, μειώνοντας την ατμοσφαιρική ρύπανση και τις δαπάνες υγείας έως και 88 δισ. ευρώ ετησίως μέχρι το 2050.
Η Κομισιόν επισημαίνει ότι «χωρίς δράση, το κόστος εισαγωγής πετρελαίου και αερίου θα διπλασιαστεί. Η διαφορά θα φτάσει τα 400 δισ. ευρώ ετησίως ώς το 2050, ποσό που αντιστοιχεί στο 3% του ΑΕΠ».NEA
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου